Η εθνική μας μοναξιά

0
5453

Οφείλω να ομολογήσω ότι ολίγον έχω μπερδευτεί από ορισμένες αποφάσεις και τρόπο επικοινωνίας της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και του κυβερνώντος κόμματος, όχι τόσο ως προς τις προθέσεις τους, όσο ως προς τα πρόσωπα και την πολιτική τους. Την ποικιλία από απόψεις, την Βαβυλωνία που μόνιμα διακρίνει κανείς στην αριστερά και στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό όταν την βλέπεις, έστω και σε μεμονωμένες περιπτώσεις, και από μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, ιδιαίτερα σε αυτή την πολύ ευαίσθητα εθνικά ιστορική στιγμή.

Η ΠτΔ, την οποία η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε και εξέλεξε, ζει τη δική της ουτοπία την στιγμή που η εθνική ασφάλεια της χώρας είναι ευάλωτη. Σε αυτό έρχονται να προστεθούν οι ιστορικές ανακρίβειες μελών, τα οποία και εδώ η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε, της επιτροπής για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, που επιθυμούν να προβάλλουν την επιστημονικοφάνεια τους και ίσως να περάσουν την προσωπική τους ατζέντα.

Τέλος, ο εντυπωσιακά επικοινωνιακός δήμαρχος Αθηναίων, και επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο παραπάνω εδώ, έχει βαλθεί να μας αποδείξει ότι είναι καλός νοικοκύρης και σταρ της οθόνης και social media. Και όντως είναι… κάθε μέρα εμφανίζεται σε βίντεο έχοντας πίσω του συνεργεία του δήμου να καθαρίζουν πλατείες και πεζοδρόμια, να εγκαινιάζει ένα σιντριβάνι και να παρουσιάζει μια μακέτα για πεζοδρομήσεις κ.ο.κ.

Με την πολιτική όμως τι γίνεται; Δεν αμφισβητεί κανείς ότι υπάρχει και πολιτική. Σε συνδυασμό με τα παραπάνω έρχεται και η επέκταση του εθνικού αρχαιολογικού μουσείου στους χώρους του πολυτεχνείου – η οποία ήδη όμως υπήρχε στο σχεδιασμό της κυβέρνησης Σαμαρά -, για να φανεί ένα έστω στοιχειώδες σχέδιο ανάπτυξης της πόλης. Αλλά, και η στήριξη του στα σχέδια της ελληνικής αστυνομίας για εκκαθάριση γκετοποιημένων περιοχών της Αθήνας που διασαλεύουν την ενότητα της τοπικής κοινωνίας και συμφερόντων της, είναι πολύ θετική.

Δεν χρειάζεται τόσο φιλελεύθερη, όμως, επικοινωνία. Ας μείνει καθαρά και μόνο στην πολιτική του. Μένουν πάρα πολλά ακόμα να γίνουν. Ο δημότης (επιχειρηματίας-ιδιώτης) θα το καταλάβει και εκτιμήσει αυτό όταν διαπιστώσει ότι τα δημοτικά του τέλη γίνονται ανταποδοτικά και όχι επειδή τον βλέπει καθημερινά στην οθόνη του κινητού και τηλεόρασης του.

Με αυτά και με αυτά φτάσαμε στο σημείο της θεοποίησης της επιστήμης, επικοινωνίας και των ιδεολογιών. Ξαφνικά κάποιοι απέκτησαν άρτια επιστημονική κατάρτιση σε θέματα ιστορίας, κορονοϊού και όχι μόνο, άλλοι μπέρδεψαν τον θεσμικό τους ρόλο με τον κοινωνικό ακτιβισμό και κάποιοι βάζουν την επικοινωνία πάνω από την πολιτική.

Όσο και αν επισκιάζονται τα δύσκολα που έχουμε μπροστά μας από την ομολογουμένως πολύ αποτελεσματική διαχείριση της κυβέρνησης τόσο της πανδημίας όσο και των τουρκικών προκλήσεων στον Έβρο, με όλα τα παραπάνω αντιλαμβάνομαι ότι το μήνυμα, άλλοτε για την επιστήμη, άλλοτε για τον μαρξισμό-διεθνισμό και άλλοτε για τον φιλελευθερισμό-οικουμενισμό, είναι ότι κάποιοι τα έχουν αναγάγει σε «θρησκεία». Και όσοι τα υποστηρίζουν και εκφράζουν μένουν αλώβητοι. Δεν κρίνονται και φυσικά δεν δέχονται και συνέπειες. Εξού και η θεοποίηση τους. Η ελληνική κυβέρνηση, αφενός δεν τα προκαλεί, αφετέρου, όμως, είναι εκείνη που επέλεξε τα πρόσωπα και σε πολλές περιπτώσεις ενθαρρύνει τις επιλογές και πράξεις τους με την  απουσία και ενίοτε και παρουσία της.

Γιατί χρησιμοποιώ τον όρο «θρησκεία» για τα παραπάνω θα με ρωτήσει, τώρα, κάποιος; Γιατί, σε όλες τις θρησκείες βρίσκουμε την ιδέα της ανταμοιβής του δικαίου και της τιμωρίας του αδίκου. Η ιδέα αυτή, αναδείχθηκε έντονα αρχικά με τις προκλήσεις της Τουρκίας και μετά με τα μέτρα για τον κορονοϊό. Η επιστήμη ανταμείβει τον «δίκαιο» που παίρνει όχι λελογισμένα αλλά σαν υποχόνδριος όλες τις προφυλάξεις, τόσο σε θέματα υγείας όσο και σε εθνικά θέματα, και ακούει τους «ειδικούς», ο φιλελευθερισμός ανταμείβει τον «δίκαιο» που κάνει επικοινωνιακά show στο όνομα του και ιστορίας ανάγοντας την επικοινωνία πάνω από την πολιτική, ο μαρξισμός ανταμείβει τον «δίκαιο» που κάνει κοινωνικό ακτιβισμό, και όλοι μαζί τιμωρούν τον «άδικο» που θα αποφασίσει να πάει στην εκκλησία, όταν το επιτρέψουν οι περιστάσεις, ή τολμήσει να μιλήσει για την με κάθε τρόπο προστασία συνόρων και εθνικών συμφερόντων. Χριστιανοί και πατριώτες παρασύρουν την κοινωνία στην καταστροφή, γράφουν κάποιοι. Άλλοι μιλάνε για σκοταδισμό, μεσαίωνα κ.ο.κ..

Επίσης, γιατί, άνευ μεταφυσικού χαρακτήρα, η Εδέμ για τον μαρξισμό έγινε η «αταξική κοινωνία», για τον φιλελευθερισμό «η ελεύθερη αγορά» και για την επιστήμη η «πανάκεια», η «θεραπεία από όλες τις φυσικές αρρώστιες». Οι παραπάνω «θρησκευόμενοι» αγνόησαν, όμως, το πιο βασικό: ότι, ο άνθρωπος αυτό που γυρεύει από τη θρησκεία είναι το μεταφυσικό! Δεν βλάπτουν μόνο την επιστήμη και την χώρα, αλλά είναι και αδιέξοδο αυτό που κάνουν! Όταν επιστήμη, επικοινωνία και ιδεολογία μετατρέπονται σε «θρησκεία» χάνουν την πραγματική τους ιδιότητα. Και αυτό προκαλεί σύγχυση στον κόσμο. Και η σύγχυση ποτέ δεν είναι καλό πράγμα!

Από την πλευρά του το κράτους, αν και νομοτελειακά κάτι συντηρητικό, σαφέστατα, και δεν υπάρχει για να υπηρετεί τη θρησκεία. Θα το δεχόμουν, μάλιστα, με μεγαλύτερη χαρά αυτό, αρκεί να γινόταν με τη λογική του Ρισελιέ. «Ο άνθρωπος είναι αθάνατος, η σωτηρία του βρίσκεται στον άλλο κόσμο», είπε κάποτε. «Το κράτος δεν έχει αυτό το στοιχείο αθανασίας, η σωτηρία του είναι ή τώρα ή ποτέ». Με άλλα λόγια, τα κράτη δεν πιστώνονται σε κανέναν κόσμο με τις καλές τους πράξεις. Ανταμείβονται μόνο για τη δύναμη που έχουν να πράττουν το αναγκαίο. Ο Ρισελιέ προέτασσε  στην πολιτική του το συμφέρον εθνικής ασφάλειας και την εφάρμοσε ανελέητα κυρίως για το καλό της πατρίδας του.

Αλλά αν για λόγους εθνικής ασφαλείας το κράτος δεν υπάρχει για να υπηρετεί τη θρησκεία, το ίδιο δεν πρέπει να συμβαίνει και με τον κοινωνικό ακτιβισμό, επικοινωνία και επιστήμη; Πόσο καλό για την αλήθεια που εκφράζει η εκκλησία μας είναι να υπηρετεί συνεχώς και μόνιμα ένα κράτος, όχι για να παρέχει αυτό εθνική ασφάλεια, αλλά μόνο για να μπορούν κάποιοι να ασκούν τον κοινωνικό ακτιβισμό, επικοινωνία και επιστημονικοφάνεια τους;  

Μέσα σε όλον αυτόν τον ορυμαγδό απόψεων και επικοινωνιακών μηνυμάτων βάλονται πανταχόθεν ελληνική εκκλησία, εθνική συνείδηση και πατρίδα. Προσέξτε… Από το εσωτερικό, όχι από το εξωτερικό! Φυσικό επόμενο να βαλθεί και η κυβέρνηση και το κόμμα, αν δεν βάλλονται ήδη, κινδυνεύοντας να απωλέσουν τον κεντροδεξιό τους χαρακτήρα.

Ενώ, με τόσο θόρυβο θα έπρεπε να αισθάνομαι ότι έχω παρέα, εγώ αισθάνομαι όλο και περισσότερο, εθνικά τουλάχιστον, μόνος… Φαντάζομαι, πολλοί από εσάς… Με αυτά που βλέπω τα δύσκολα είναι μπροστά μας, σκέφτομαι…

Και εκεί που όλα είναι εναντίον σου έρχεται κάτι από το πουθενά να σε στηρίξει. Η εθνική μας μοναξιά, ακούγεται μέσα από το ραδιόφωνο, και ως «από μηχανής θεός» εμφανίζεται να τραγουδάει από το 1992 ο Δημήτρης Μητροπάνος, σε στίχους του Φίλιππου Γράψα και μουσική του Μάριου Τόκα.

«Εδώ που μάθανε τα μάτια μας να κλαίνε, που συνηθίσαμε σε κάλπικους καιρούς, εδώ θα μείνουμε γιατί έχουμε και λέμε, ένα φιλότιμο και λόγους σοβαρούς… Γιατί εδώ, εδώ ειν’ ο έρωτας που ξέρουμε, εδώ κι οι πίκρες που μας θέλουν και τις θέλουμε, εδώ κι εμείς για να `χει πάντα συντροφιά, η εθνική μας μοναξιά»…