Η ιδιωτική εκπαίδευση μας αφορά όλους!

Είμαι στο αυτοκίνητο και, ως συνήθως, ακούω ραδιόφωνο. Ξαφνικά, «παίζει» διαφήμιση (λόγω εποχής) για σπουδές σε ιδιωτική σχολή που δίδει «Πτυχίο αναγνωρισμένο από το κράτος». Το επαναλαμβάνει, δε, μερικές φορές ακόμα, έτσι για να το εμπεδώσει ο ακροατής, σαν αυτό να είναι το βασικό πλεονέκτημα του πτυχίου που παρέχει αυτή η σχολή στους αποφοίτους της.

Ακούγοντας τη διαφήμιση αναρωτιέμαι αν πράγματι ισχύει αυτό, αν τελικά αυτό είναι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα των σπουδών στην σχολή αυτή. Πότε εντυπώθηκε στο μυαλό του Έλληνα, πότε καταγράφηκε στο DNA του, η απαραίτητη εκπαιδευτική προδιαγραφή «αναγνωρισμένο από το ελληνικό δημόσιο» και πώς αυτή η καταγραφή μεταδίδεται στις επόμενες γενιές.

Σκέφτομαι επίσης ότι ανοίγουν τα σχολεία και οι γονείς γύρω μου, στο Γυμνάσιο αλλά κυρίως στο Λύκειο, έχουν επιβάλλει ήδη στα παιδιά τους να ξεκινήσουν φροντιστήριο στα τέσσερα μαθήματα της (υποθετικής) κατεύθυνσης τους, με ένα ιδιαίτερο άγχος για την Έκθεση (ο γνωστός μπαμπούλας) και σκέφτομαι ότι από τα δικά μου χρόνια του σχολείου δεν έχει αλλάξει τίποτα. Μια ολόκληρη γενιά μετά και η ιδιωτική εκπαίδευση παραμένει το απαραίτητο συμπλήρωμα των βασικών σπουδών κάθε μαθητή και μαθήτριας στην Ελλάδα σήμερα.

Λοιπόν, δεν έχει αλλάξει τίποτα, μόνο η συμπλήρωση του μηχανογραφικού και η πληθώρα των Πανεπιστημίων που δίνουν σε όλους πια, τη δυνατότητα κάπου να περάσουν για να αποκτήσουν το πολυπόθητο πτυχίο «αναγνωρισμένο από το ελληνικό δημόσιο».   

Καλό είναι να υπάρχουν πολλά Πανεπιστήμια, αλλά αυτό από μόνο του δε λέει τίποτα. Εάν αναβαθμίζουμε τα ΤΕΙ σε ΑΕΙ χωρίς να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την πραγματική αναβάθμιση τους, απλά δημιουργούμε ευχαριστημένους «πελάτες», τους γονείς που πιστεύουν ότι επετέλεσαν επάξια το έργο της ανατροφής του παιδιού τους και του παιδιού, νέου ψηφοφόρου, που πίστεψε ότι αξίζει να μετέχει της ακαδημαϊκής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Θα πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε αν θέλουμε η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση που παρέχει η χώρα μας στους πολίτες της να προσδίδει υπεραξία στο απολυτήριο Λυκείου και εάν αυτό το απολυτήριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως πιστοποίηση κάποιων εξειδικευμένων γνώσεων που θα βοηθήσουν στην ανεύρεση εργασίας του κατόχου του και στην παραγωγή της χώρας δυναμικό με κατάρτιση.

Τα πολλαπλά και πολύπλοκα προβλήματα της ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, όπου κάθε φορά που αναφέρεται η λέξη «ιδιωτικό», κεραυνός εξ ουρανού με το ανάλογο ηχητικό εφέ, αναλαμβάνει την τιμωρία του ασεβούς), καλείται να λύσει και να δώσει προοπτικές για περαιτέρω λύσεις, ο νέος νόμος (Ν. 4713/2020 ΦΕΚ 147/Α/29.7.20).

Το ζητούμενο στο νέο νόμο, πέραν των λύσεων που επιχειρεί να δώσει, είναι η  απενοχοποίηση  της ιδιωτικής παιδείας και η ένταξη της σε ένα πλαίσιο εθνικού σχεδιασμού. Δε νοείται να μιλούν  πάντα οι πολιτικοί μας για «σύστημα δημόσιας παιδείας», λες και τα ιδιωτικά σχολεία δεν παρέχουν δημόσιο αγαθό και, μάλιστα, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας που αδυνατεί να καλύψει το δημόσιο.

Όλα αυτά δείχνει να αξιολογεί ο νέος νόμος και, μια και χάθηκε για μία ακόμη δεκαετία η δυνατότητα δημιουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στέλνοντας δωράκι bonus ΑΕΠ στην Κύπρο και στα Βαλκάνια, περισώζει όσα μπορεί να περισώσει, δηλαδή την αναβάθμιση και την αυτοτέλεια των ιδιωτικών σχολείων,

 Οι αλλαγές που επιφέρει έχουν να κάνουν με την αξιολόγηση των καθηγητών, την απαγκίστρωση των οργανισμών από πρακτικές δημοσιοϋπαλληλικής μονιμότητας σε καθηγητές και προσωπικό (βέβαια, και πάλι με κριτήρια δημοσίου, αλλά έτσι διασφαλίζεται και μία αντικειμενική και ίση μεταχείριση του προσωπικού), την πρόσθετη αμοιβή του προσωπικού, εφόσον προβλέπονται επιπλέον ώρες διδασκαλίας, εκφεύγοντας από τον αποκλεισμό αυτής της δυνατότητας του προηγούμενου νόμου, αλλά και δυνατότητα μειωμένης απασχόλησης, στο μοντέλο που επιθυμεί ο κάθε καθηγητής. Την από-δημοσιοϋπαλληλοποίηση των ιδιωτικών σχολείων, τουλάχιστο έως ένα βαθμό, καθότι υπάρχουν και κριτήρια ποιοτικής αξιολόγησης τα οποία άπτονται διεθνών προτύπων που μόνο κρατικά μπορούν να ελεγχθούν.   

Τι θα επιφέρει στην καθημερινότητα των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων; Ανάπτυξη των (πολυπόθητων) νέων και χρήσιμων δεξιοτήτων, των οποίων η έλλειψη καθιστούσε μέχρι σήμερα τους αποφοίτους των σχολείων μας ελλειμματικούς στη διεθνή κατάταξη.  Νέες δυνατότητες μάθησης μέσω νέων αντικειμένων, νέες προσλήψεις καθηγητών εξειδικευμένων σε ειδικότερα αντικείμενα, επισταμένη εκμάθηση μέσω ενισχυτικής διδασκαλίας που, επιτέλους, απενοχοποιείται. Τέλος, επιχειρείται σοβαρά για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες, η αποσύνδεση του μοντέλου εκπαίδευσης από τη λογική της «προετοιμασίας για τις πανελλαδικές και μόνο». Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα αποκτήσει αυθύπαρκτη αξία και ελπίζουμε να έρθει εκείνη η μέρα που  τα δημόσια σχολεία θα λειτουργήσουν ανταγωνιστικά και θα αναβαθμίσουν αναλόγως το πρόγραμμα σπουδών τους, κάτι για το οποίο όλοι εμείς οι φορολογούμενοι πληρώνουμε αδρά, είτε χρησιμοποιούμε το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης, είτε όχι.