Δικτάτορας ή συνέταιρος;

Ερντογάν

Ο Mario Draghi ξαφνικά επιτείνει την κρίση μεταξύ Ιταλίας, Ευρώπης και Τουρκίας και το κάνει με πολύ σκληρό τρόπο απέναντι στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σε συνέντευξη Τύπου, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας χαρακτήρισε τον σουλτάνο της Άγκυρας ως  «δικτάτορα», ορίζοντάς τον όμως ταυτόχρονα ως  αναγκαίο συνομιλητή, αναφορικά με την προστασία των εθνικών του συμφερόντων. Μια κίνηση που, φυσικά, εξόργισε την Τουρκία η οποία όχι μόνο κάλεσε τον Ιταλό πρέσβη στην Άγκυρα, αλλά και επίσημα ζήτησε από τον Ντράγκι να ανακαλέσει τη δήλωση που αφορά στον Πρόεδρο της Τουρκίας.

Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών είναι σαφής. Ο Ιταλός πρωθυπουργός όμως, δεν είναι γνωστός για τη σκληρότητα στη γλώσσα που χρησιμοποιεί & αυτό το έχει αποδείξει από τη πολυετή θητεία του στα Ευρωπαϊκά, κυρίως οικονομικά τεκταινόμενα. Στη συγκεκριμένη συνέντευξη τύπου, εξέφρασε σαφή και σκληρά λόγια. Ήταν αδύνατο να σκεφτούμε ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν θα αντιδράσει σε αυτές τις δηλώσεις. Επομένως είναι απολύτως σαφές ότι εάν δεν θέλουμε να μιλήσουμε για μια διπλωματική «γκάφα», τότε μπορούμε να μιλήσουμε για μια σαφέστατη επιλογή πολιτικής & διπλωματικής επικοινωνίας από τον Ιταλό πρωθυπουργό. Μια κίνηση που αποκαλύπτει όχι μόνο μια αποφασιστικότητα από τη μεριά της Ιταλίας σε διπλωματικό επίπεδο στη Μεσόγειο , αλλά και την επιλογή του Μάριο Ντράγκι να κινηθεί κατά μήκος των δύο γραμμών που καθορίζουν ουσιαστικά τη θέση του: Ευρώπη & ΝΑΤΟ.

Στο Ευρωπαϊκό μέτωπο, είναι σαφές ότι ο Μάριο Ντράγκι ήθελε να στείλει ένα μήνυμα. Ενώ η ΕΕ έχει αποδειχθεί αδέξια και άκαμπτη απέναντι στον Τούρκο πρόεδρο, και ενώ η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμμανουήλ Μακρόν δεν έχουν εκφράσει ξεκάθαρα την απόστασή τους από αυτό που συνέβη στην Άγκυρα (sofagate), ο Μάριο Ντράγκι κατέστησε σαφές ότι η συμπεριφορά του σουλτάνου μπορεί να είναι ένα σαφέστατα πιο σημαντικό στοιχείο από τις ιεραρχίες της Ευρωπαϊκής «κυβέρνησης». Είναι μια ξεκάθαρη, σκληρή και ιδιαίτερα έντονη στάση. Και η απόφαση του αυτή να υπερασπιστεί με ένταση την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  Ursula von der Leyen αλλά περισσότερο & πάνω απ’ όλα να στραφεί εναντίον του Ερντογάν, δείχνει σαν να θέλει να πει κάτι σε όλη την Ευρώπη. Η ηγεσία του στην Ιταλία μπορεί να μετατραπεί & σε μια ευρωπαϊκή ηγεσία. Και μπορεί να το κάνει εκμεταλλευόμενος όχι μόνο τις ευκαιρίες που προκύπτουν με την πάροδο του χρόνου, αλλά και την αδιαμφισβήτητη αδυναμία που δείχνουν τόσο ο Macron όσο και η Merkel. Με τον γαλλο-γερμανικό άξονα να εξασθενεί, ο Μάριο Ντράγκι μπορεί να στοχεύει να εισέλθει ως «τρίτος πόλος» μεταξύ των δύο πόλων της ΕΕ. Και μπορεί να το κάνει, χρησιμοποιώντας, την αναγνωρισμένη και σε διεθνές επίπεδο, συμβολή του  στην διαχείριση της ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια στη Φρανκφούρτη, αλλά και για τις ιδιαίτερα σημαντικές διεθνείς συγκλίσεις που έχει κατορθώσει να πραγματοποιήσει.

Η εκλογή του Joe Biden ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών είναι επίσης μέρος αυτής της ευνοϊκής ευθυγράμμισης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής  υπέρ του Ιταλού Πρωθυπουργού.  Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος με αυτό που συνέβη τα τελευταία χρόνια με την Τουρκία. Θεωρεί ότι ο Ερντογάν είναι πρόβλημα, δεν προσπάθησε καν να τον καλέσει στο τηλέφωνο εβδομάδες μετά την εκλογή του & την ορκωμοσία του και η εντύπωση είναι ότι ο Λευκός Οίκος θέλει να ξεκαθαρίσει ότι η Τουρκία είναι ένας αδιαμφισβήτητα σημαντικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ αλλά πρέπει να συμμορφωθεί με αυτά που έχουν αποφασισθεί στις συνελεύσεις του ΝΑΤΟ. Είναι ένα ζήτημα που έχει καταστεί πολύ σημαντικό για τον Μπάιντεν, ιδίως στο πλαίσιο της «αντιπαράθεσης» με την Κίνα και τη Ρωσία, η οποία Ρωσία τα τελευταία χρόνια έχει σφυρηλατήσει πολύ ισχυρούς δεσμούς με την Τουρκία.

Το χάσμα μεταξύ Μπάιντεν και Ερντογάν μπορεί σίγουρα να συμβάλλει στο παιχνίδι του Ντράγκι, καθώς απ΄ότι φαίνεται ο Ιταλός πρωθυπουργός απολαμβάνει την εύνοια της Ουάσιγκτον, αντί για τον Ερντογάν. Ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι έχει πολύ καλές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και είναι σαφές ότι η αποστροφή του Λευκού Οίκου προς την τρέχουσα τουρκική κυβέρνηση βρίσκει μια σημαντική υποστήριξη από τη μεριά της Ιταλίας. Πάνω απ’ όλα, διότι η δυνατότητα «έγκρισης» από τις ΗΠΑ θα βοηθούσε τη Ρώμη να ανακτήσει ζωτικούς τομείς της Λιβύης που κατέληξαν στα χέρια της Άγκυρας τα τελευταία χρόνια. Και το ταξίδι στην Τρίπολη (που εντελώς τυχαία συν έπεσε με αυτό του Έλληνα Πρωθυπουργού) ήταν ιδιαίτερα σημαντικό ακριβώς για να κάνει τη Λιβύη να κατανοήσει τον ρόλο & τη σημασία της Ιταλίας για τη χώρα.

Όλα αυτά απλά; Όχι ακριβώς. Είναι αλήθεια ότι ο Ντράγκι έχει την υποστήριξη της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών και στο τουρκικό μέτωπο, αλλά ο Ιταλός πρωθυπουργός θεωρώ ότι εξέφρασε μια κάπως πιο περίπλοκη φράση όταν αναφέρθηκε στον Ερντογάν ως «δικτάτορα». Στην πραγματικότητα, ο Ιταλός πρωθυπουργός είπε: «..Με αυτούς τους δικτάτορες, με τους  οποίους όμως πρέπει να συνεργαστούμε, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς για να επιβεβαιώσουμε τη θέση μας, αλλά επίσης να είμαστε & έτοιμοι να συνεργαστούμε για τα συμφέροντα της χώρας μας, πρέπει να βρεθεί η σωστή ισορροπία».

Πρέπει να προβληματιστούμε με  αυτήν την δήλωση. Επειδή ακριβώς πάνω σε αυτή τη δήλωση η  Ιταλία παίζει τα πάντα. Η Τουρκία είναι ένας πολύ σημαντικός εταίρος της Ιταλίας στη Μεσόγειο. Η εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δυο χωρών είναι εξαιρετικές, οι συμφωνίες σε διάφορους οικονομικούς τομείς είναι θεμελιώδεις, υπάρχουν διμερή έργα στον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά πάνω απ’ όλα είναι μια σχέση που βλέπει προς τη Λιβύη, ως κύριο τόπο συνάντησής ….. αλλά και  αντιπαράθεσης……

Η Άγκυρα και η Ρώμη μοιράστηκαν, αν και με διαφορετικές θέσεις, τη σύνδεση με την Τρίπολη, όταν ο Φαγιέζ αλ Σαρράι διακινδύνευε μια συνθηκολόγηση. Η Τουρκία εκπαιδεύει την ακτοφυλακή της Λιβύης , η οποία με τη σειρά της αναμένεται να σταματήσει την εμπορία ανθρώπων από τις ακτές της Βόρειας Αφρικής. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ιταλικός στρατός, μαζί με τους Τούρκους, είναι παρόντες τόσο στην Τρίπολη όσο και στη Μισουράτα , και είναι αυτοί που έχουν καταστήσει δυνατή τη δημιουργία μιας βιώσιμης κυβέρνησης στην Λιβύη.

Είναι σαφές ότι το τουρκικό παιχνίδι είναι (επίσης) να αποσπάσει περιθώρια διπλωματικών ελιγμών από την Ιταλία στη περιοχή. Η αποστολή drone, μισθοφόρων και πλοίων σίγουρα δεν πραγματοποιείται για φιλανθρωπικούς σκοπούς και η Ιταλία είναι η πρώτη που έχει υποστεί ζημία των συμφερόντων της στη συγκεκριμένη χώρα της Βορείου Αφρικής. Όμως υπάρχει συνεργασία και είναι αναμφισβήτητη. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ενώ η Ιταλία και η Τουρκία υποστήριξαν τον πρώην πρωθυπουργό Sarraj, άλλοι υποστήριξαν λίγο πολύ την πολιορκία του Khalifa Haftar , συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, των αραβικών μοναρχιών του πετρελαίου  και, εν μέρει, της Γαλλίας. Η Ελλάδα, η οποία εκπροσωπήθηκε αυτές τις μέρες στην Τρίπολη από τον ίδιο τον ‘Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, δεν έκρυψε σε ορισμένες φάσεις της κρίσης στη Λιβύη έναν ενθουσιασμό για τον στρατάρχη Khalifa Haftar. Πράγματι, η πρόσφατη συνάντηση κορυφής στη Λιβύη μεταξύ του Ντράγκι και του Έλληνα ομολόγου του θα μπορούσε να είναι η απαρχή μιας ιδιότυπης σύγκρουσης με τον Ερντογάν και μια ανανεωμένη ευθυγράμμιση με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Σε κάθε περίπτωση, εάν το ζήτημα του sofagate μπορεί να είναι εύκολο να αναλυθεί και να σχολιαστεί, η περίπτωση των σχέσεων μεταξύ δύο κρατών είναι διαφορετική όταν το ένα βρίσκεται με το ένα πόδι στο πεδίο της μάχης (βλ.Τουρκία). Και αυτές μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας δεν είναι μόνο περίπλοκες, αλλά και πολύ ευαίσθητες σχέσεις. Από τη Λιβύη στην ανατολική Μεσόγειο έως  την Ανατολική Αφρική (απέναντι από τον κόλπο του Άντεν) , όπου η Ιταλία έχει χάσει την επιρροή της, αφήνοντας χώρο για στρατηγικούς ελιγμούς στην Άγκυρα, υπάρχει μια Τουρκία με την οποία πρέπει να διαπραγματευτεί. Η σκληρότητα απέναντι στον Ερντογάν είναι θεμιτή, αλλά αν θεωρείται απαραίτητος συνομιλητής για τα συμφέροντα είτε της Ιταλίας, είτε της ΕΕ, τότε μήπως τα πράγματα αλλάζουν;

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here