Έτυχε να δω πρόσφατα μια διαφήμιση του Υπουργείου Τουρισμού. Μεταξύ άλλων αξιοθέατων της χώρας, όπως, παραλίες, ιστιοπλοϊκά, αρχαία μνημεία, πέρασαν από την οθόνη μου και εκκλησίες. Την εποχή που οι ιεροί μας ναοί έχουν μετατραπεί σε μνημεία, αξιοθέατα και η ιστορία μας σε ένα θρύλο, σκέφτηκα, εμείς καλούμαστε να προσέλθουμε σε αυτούς, για μια ακόμα χρονιά, να εορτάσουμε την Ανάσταση του Χριστού.
Και αυτό, από την μεριά του κράτους, ένεκα πολιτικής ορθότητας – άλλο δεινό της σημερινής εποχής -, χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες για να μην θιγεί το αλλότριο αίσθημα των μειοψηφιών της χώρας. Ίσως να μας έχει συμβεί αυτό που γράφει ο Μ. Καραγάτσης αναφερόμενος στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου στο Σέργιος και Βάκχος, «… οι Ρωμιοί έχουν πάθει εμπλοκή· σταμάτησαν εκεί που βρίσκονται. Για να προχωρήσουν, πρέπει να περάσουν από κρίση· κάτι σαν μακρύ ύπνο, που να ξαναζωντανέψει τον κουρασμένο οργανισμό τους…».
Ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός αυτομαστιγώνεται, ως αν αυτός να κουβαλάει τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Και στο μυαλό μου έρχεται η εικόνα του Ιεροεξεταστή του Ντοστογιέφσκι, ο οποίος μόνιμα ρωτάει τον φυλακισμένο Ιησού «Για ποιό λόγο λοιπόν ήρθες να μας αναστατώσεις, να μας ενοχλήσεις;».
Αλλά και τον όχλο – στο ίδιο σύγγραμμα – να φωνάζει στον Ιησού: «…Δεν κατέβηκες από το σταυρό όταν Σου φώναξαν χλευαστικά: Κατέβα από το σταυρό και θα πιστέψουμε ότι Συ είσαι. Δεν κατέβηκες, γιατί και πάλι δεν ήθελες να υποδουλώσεις τον άνθρωπο με ένα θαύμα και διψούσες ελεύθερη πίστη και όχι πίστη θαύματος. Διψούσες αγάπη και ελευθερία και όχι τη δουλοπρεπή γοητεία ενός σκλάβου μπροστά σε μια δύναμη που τον υποδουλώνει μια για πάντα. Αλλά και στο ζήτημα αυτό εξετίμησες πολύ τους ανθρώπους, γιατί δεν είναι, μα την αλήθεια, τίποτε άλλο παρά σκλάβοι, αν και γεννημένοι για επαναστάτες…».
Το θαύματα δεν έγιναν και δεν γίνονται για να μας εντυπωσιάζουν αλλά για να μας θυμίζουν την ταπεινότητα μας. Ίσως την ταπεινότητα, όπως περιέγραψε ο Άγγελος Τερζάκης στο Δίχως Θεό, ο οποίος οραματιζόμενος τον Ιησού στο όρος των Ελαίων, γράφει τα ακόλουθα:
«… Έχεις ποτέ σου προσέξει τι δίνει ζωντάνια, φωτοσκίαση, τρυφερότητα στη μορφή του Χριστού; Η αδυναμία του στο όρος των Ελαίων, η στιγμή που κινδυνεύει να φανεί κατώτερος από την αποστολή του. Να προδώσει το Θεό. Δίχως αυτή τη στιγμή, ο Χριστός θα μπορούσε να είναι γιος του Θεού, δε θα μπορούσε όμως να είναι γιος τους Ανθρώπου. Και τότε η αποστολή του πήγαινε περίπατο, με καταλαβαίνεις; Λένε πως είταν αναμάρτητος. Όχι δεν το πιστεύω. Ο αναμάρτητος είναι απρόσιτος κι’ αλαζονικός. Μονάχα του αμαρτωλού η ψυχή έχει γνωρίσει τη συντριβή. Αποστρέφομαι τους ανεπίληπτους ανθρώπους… Δε φοβάσαι μήπως ο άνθρωπος δίχως Θεό φτάσει στο έγκλημα; Όχι γιατί του λείπει ο χαλινός της τιμωρίας, όχι. Από απελπισία…».
Γιατί από απελπισία; Την απάντηση την δίνει ο Αντώνης Σαμαράκης στο Γιατί είμαι χριστιανός. Ο Σαμαράκης γράφει: «… Κι ύστερα αυτός ο θάνατος, αυτός ο θάνατος λοιπόν, μα τι είναι για μένα αυτός ο θάνατος ο σωματικός; (Γιατί η μοναδικά αποτελεσματική αντίσταση ενάντια στον σωματικό θάνατο είναι το να ζεις πνευματικά. Να ζεις πνευματικά, τίποτ’ άλλο) Εγώ κάθε στιγμή που ζω μέσα στον χριστιανισμό, νιώθω να υπάρχω! Ακόμη και πεθαίνοντας σωματικά συνεχίζω να ζω… Άλλωστε ο «θάνατος», η αίσθηση του «θανάτου», είναι κάτι καλό, είναι χρήσιμο πράμα, γιατί μας οξύνει το αισθητήριο της ζωής… Α, ναι, ο πιο μεγάλος κίνδυνος που μας απειλεί είναι να μην έχουμε συνείδηση αυτού του κινδύνου. Και να, με δυο λόγια, ο ορισμός αυτού του κινδύνου: Ο πνευματικός είναι ο πιο θανάσιμος θάνατος. Και για να τα νιώσεις και για να ξεφύγεις από όλα αυτά τα θανατερά, πρέπει να βουλιάξεις ολόκληρος μέσα στη ζωή, μέσα στο χριστιανικό τρόπο ζωής…».
Η πνευματική μας ανάβαση… Ο μακαριστός Μητροπολίτης Γυθείου, Οιτύλου, Ζαρνάτας και πάσης Μάνης, Σωτήριος Κίτσος, στο Ιστορία και αισθητική της Ιεράς Μονής «Παναγία η Γιάτρισσα», γράφει: «Η ανάβαση σε έναν τόπο όπου ο άνθρωπος δύναται να ξεκουραστεί από το βάρος των εννοιών και των λογισμών του έχει μεγάλη σημασία, καθώς η πορεία αυτή συμβολίζει την πορεία από τα επίγεια προς τα υπερκόσμια. Ο άνθρωπος δύναται να ανέλθει από το μολυσμένο πνευματικά περιβάλλον των πυκνοκατοικημένων περιοχών προς ένα τόπο όπου σε αφθονία παρέχεται το «πνευματικό οξυγόνο», χάρη στην επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Ο σημερινός άνθρωπος έχει απόλυτη ανάγκη την μετάβαση στον οίκο του Θεού προκριμένου να βιώσει την ψυχική ανάταση και την πνευματική αναγέννηση. Κατά συνέπεια, η ανάβαση σε κάθε Μονή ωφελεί τον άνθρωπο και την ουσιαστική και συνάμα τη ριζική ανανέωση των πνευματικών και σωματικών δυνάμεων του».
Σε μια Μονή ίσως, λοιπόν, να γιορτάσω φέτος. Όχι, όμως, σε μια Μονή ως αξιοθέατο ή μνημείο, αλλά σε μια Μονή ως ιερό ναό, εκκλησία. Γιατί η λέξη ναός είναι συνώνυμη της λέξης εκκλησία, με άλλο λόγια της συνάθροισης των πολιτών σε ένα κοινό τόπο. Ως εξέλιξη της «Εκκλησίας του Δήμου» των Αθηναίων εμφανίζεται με τη χάρη του Θεού η χριστιανική Εκκλησία και μάλιστα η χριστιανική ενορία όπου το σύνολο των παρευρισκομένων πιστεύει ακράδαντα στον Ιησού Χριστό. Ο μέγας και ιερός ελληνορθόδοξος αυτός πολιτισμός.