Ο A. C. Grayling στο σύγγραμμα του “Η ιστορία της φιλοσοφίας” αναφέρει ότι «χαρακτηριστικό της λογικής των στωικών φιλοσόφων αποτελεί το ότι είναι αυστηρά δίτιμη, δηλαδή υπάρχουν δυο και μόνο δυο «αληθινές τιμές», το αληθές και ψευδές, και κάθε ισχυρισμός πρέπει να είναι είτε το ένα είτε το άλλο». Στις περισσότερες μορφές της στωικά, δηλαδή δίτιμη, εμφανίζεται σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία της ανθρώπινης σκέψης. Την ίδια στιγμή τείνει να επικρατήσει η θέση των σκεπτικών ότι είναι ανέφικτη η γνώση. Συγκεκριμένα η γνώση τους αν η δικαιοσύνη βρίσκεται σε συμφωνία με τη φύση. Οι σύγχρονοι σκεπτικιστές θέλουν να αποδείξουν ότι η δικαιοσύνη είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα που εξυπηρετεί σκοπιμότητες.
Αν είναι διαπραγματεύσιμες για το παρελθόν και το παρόν, οι δυο παραπάνω συνθήκες, μπορούν να υπάρξουν για το μέλλον; Στο ίδιο σύγγραμμα του ο Graylling γράφει ότι «ο Αριστοτέλης είχε διερευνήσει το κατά πόσο μπορεί να ισχύει αυτό, εξετάζοντας τη λογική πρόταση σχετικά με το μέλλον “Θα γίνει ναυμαχία αύριο”. Είναι αυτή τώρα αληθής ή ψευδής; Αν είναι είτε το ένα είτε το άλλο, πρέπει να υπάρχει τώρα το γεγονός που αφορά το μέλλον. Όμως το μέλλον δεν υπάρχει, άρα πως μπορεί να υπάρχει ένα γεγονός αναφορικά με αυτό; Ο Αριστοτέλης, λοιπόν, αποφάσισε ότι αυτή η λογική πρόταση δεν είναι ούτε αληθής ούτε ψευδής – η διτιμία, είπε, δεν ισχύει όσον αφορά λογικές προτάσεις στον μέλλοντα χρόνο, οι οποίες αφορούν ενδεχόμενα». Αληθές και ψευδές, όπως και γνώση δεν ισχύουν μελλοντικά, παρά μόνο ενδεχόμενα τους.
Για να μπορέσει να ζήσει με τα ενδεχόμενα ο άνθρωπος αναγκάζεται να δημιουργήσει, αυτό το οποίο, ο Πλάτωνας ονομάζει Μορφές. Πάνω σε αυτό ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο σύγγραμμα του “Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας”, γράφει: «… ο καθένας ορίζεται ο ίδιος, και ορίζεται για τους άλλους, σε σχέση μ’ ένα “εμείς”… Είναι πρώτα ένα σύμβολο, τα διάσημα της ύπαρξης που κάθε φυλή, κάθε πόλη, κάθε λαός, απένειμαν ανέκαθεν στον εαυτό τους. Πριν απ’ όλα είναι ασφαλώς ένα όνομα».
Και ποιο είναι το όνομα, δηλαδή η Μορφή, που παίζει σήμερα αυτό τον ρόλο; Συνεχίζοντας ο Καστοριάδης αναφέρει ότι «το έθνος παίζει σήμερα αυτό τον ρόλο, εκπληρώνει αυτή τη λειτουργία ταύτισης, μέσα από αυτή την τριπλά φαντασιακή αναφορά σε μια “κοινή ιστορία” – τριπλά, διότι αυτή η ιστορία είναι απλώς παρελθόν, διότι δεν είναι και τόσο κοινή, και τέλος διότι τα στοιχεία της είναι εκείνα που γίνονται γνωστά και χρησιμεύουν ως στήριγμα αυτής της κοινωνικοποιητικής ταύτισης μέσα στη συνείδηση των ανθρώπων, έχουν μυθική υπόσταση κατά το μεγαλύτερο τους μέρος. Αυτό το φαντασιακό του έθνους αποδεικνύεται παρ’ όλα ταύτα πιο στέρεο απ’ όλες τις πραγματικότητες, όπως το έδειξαν δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, και η επιβίωση των εθνικισμών. Οι σημερινοί “μαρξιστές” που πιστεύουν ότι εξαλείφουν όλα αυτά, λέγοντας απλώς: “ο εθνικισμός είναι ένας φενακισμός”, φενακίζονται προφανώς οι ίδιοι».
Μαζί με το έθνος, ο Γ. Β. Δερτιλής στο σύγγραμμα του Λερναίον Κράτος αναφέρεται και σε κάτι άλλο. Όπως γράφει, «η σύγχρονη, δυτικής προέλευσης δημοκρατία στηρίζει τη νομιμότητα της στο αξιακό σύστημα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του Κράτους Δικαίου. Στο βάθος, οι νεωτερικές αυτές αξίες που στηρίζουν ωραία τις νομοθεσίες και τα συντάγματα των σύγχρονων δημοκρατιών στηρίζονται με την σειρά τους σε ένα γενικότερο σύστημα ηθικών κανόνων και αξιών· το οποίο προέρχεται από τις μεγάλες πηγές της δυτικής ηθικής· από την ιουδαϊκή και χριστιανική θρησκεία. Έτσι, κατά βάθος, μέσω ενός ηθικού και αξιακού συστήματος θρησκευτικής προέλευσης, η κρατική νομιμότητα εξακολουθεί έως τις μέρες μας να στηρίζεται (και) στη θρησκεία. Είναι οι αρχέγονες θρησκευτικές ρίζες που διακλαδίζονται στο πολιτισμικό παρελθόν και αντλούν από ιστορικές και μυθικές πηγές, πάντοτε θρησκευτικές. Γι’ αυτό, άλλωστε, την νομιμότητα του κράτους δέχονται και τα περισσότερα μη θρησκευόμενα μέλη της κοινωνίας. Οι άθρησκοι και οι άθεοι απορρίπτουν μεν την πίστη σε συγκεκριμένο ή σε οποιονδήποτε θεό, οι περισσότεροι όμως δέχονται το γενικότερο ηθικό ή αξιακό σύστημα της κοινωνίας – σύστημα θρησκευτικής προέλευσης».
Με τον συνδυασμό των δυο παραπάνω σκέψεων – Καστοριάδη και Δερτιλή – για το έθνος και το κράτος – σύστημα ηθικών κανόνων και αξιών – καταλήγουμε σε αυτό που υποστηρίζει ο Γιώργος Θεοτοκάς στο σύγγραμμα του “Η ορθοδοξία στον καιρό μας”. «Ο Ελληνισμός, ως κοινωνικοπολιτική ενότητα», γράφει ο Θεοτοκάς, «ανήκει στην κοινότητα των εθνών του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αυτή είναι μια διαπίστωση ιστορική, από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Μες στην Ευρώπη, έχουμε την ιδιοτυπία μας και τις πνευματικές μας παραδόσεις, που δίνουν αξία και βάθος στην εθνική ύπαρξη μας. Οι παραδόσεις αυτές είναι η κλασική ελληνική παιδεία, η Ορθοδοξία, το φιλελεύθερο και δημοκρατικό πνεύμα του Εικοσιένα (Ρήγας, Κοραής, Σολωμός, Κάλβος, Μακρυγιάννης)».
Ο Θεοτοκάς προσδιόρισε με τον καλύτερο τρόπο το πλαίσιο στο οποίο οφείλει να κινείται η σύγχρονη ελληνική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Σε διεθνές επίπεδο, όμως, η προσέγγιση είναι εντελώς διαφορετική. Και εδώ αρχίζει και μπερδεύει πολύ το πράγμα. Στην σύγχρονη Ελλάδα μπορεί να βρει κανείς από Ρεαλιστές, Φιλελεύθερους, Στρουκτουραλιστές ή Μαρξιστές, μέχρι και Κονστρουκτιβιστές.
Με την βοήθεια των John Baylis & Steve Smith από το σύγγραμμα τους “Η παγκοσμιοποίηση της διεθνούς πολιτικής” θα αναφέρουμε τα βασικά στοιχεία της θεωρητικής σκέψης των παραπάνω τάσεων για να αποκτήσετε μια συνοπτική της εικόνας.
Για τους Ρεαλιστές, οι κύριοι δρώντες της παγκόσμιας σκηνής είναι τα κράτη, τα οποία είναι νομίμως κυρίαρχοι δρώντες. Η ανθρώπινη φύση είναι σταθερή και, πράγμα κρίσιμο, εγωιστική. Κατά συνέπεια, η διεθνής πολιτική αντιπροσωπεύει μια πάλη για την ισχύ μεταξύ των κρατών, με το καθένα να επιχειρεί να μεγιστοποιήσει τα εθνικά του συμφέροντα. Αποτέλεσμα είναι η λειτουργία ενός μηχανισμού, γνωστού ως η ισορροπία των δυνάμεων, μέσω του οποίου δρουν τα κράτη ώστε να εμποδίσουν την κυριαρχία ενός κράτους.
Οι Φιλελεύθεροι, βρίσκοντας πίστη στην πρόοδο, αμφισβητούν το κράτος ως τον κύριο δρώντα στην παγκόσμια πολιτική και τον πόλεμο ως φυσική της κατάσταση. Θεωρούν τις πολυεθνικές εταιρείες, διεθνικούς δρώντες, όπως οι τρομοκρατικές ομάδες και τους διεθνείς οργανισμούς κεντρικούς δρώντες σε κάποια θεματικά πεδία της παγκόσμιας πολιτικής. Έχουν την τάση να βλέπουν το κράτος ως σύνολο από γραφειοκρατίες, κάθε μια από τις οποίες επιδιώκει τα δικά της συμφέροντα. Δεν βλέπουν τα εθνικά συμφέροντα μόνο σε σχέση με στρατιωτικούς όρους, αλλά τονίζουν τη σημασία οικονομικών, περιβαλλοντικών και τεχνολογικών θεμάτων. Η τάξη στην παγκόσμια πολιτική δεν προκύπτει από μια ισορροπία των δυνάμεων, αλλά από τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε πολλά στρώματα ρυθμιστικών διευθετήσεων που αποτελούνται από νόμους, συμφωνημένες αρχές, διεθνή καθεστώτα και θεσμικούς κανόνες.
Σύμφωνα με τη Μαρξιστική ή Στρουκτουραλιστική θεωρία, το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της παγκόσμιας πολιτικής είναι ότι ασκείται σε μια παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Σε αυτήν οι σημαντικότεροι δρώντες δεν είναι τα κράτη αλλά οι τάξεις. Έτσι, τα κράτη, οι πολυεθνικές εταιρείες, ακόμα και οι διεθνείς οργανισμοί εκπροσωπούν το κυρίαρχο ταξικό συμφέρον στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Αντί να βλέπουν την παγκόσμια πολιτική ως πεδίο συγκρούσεων μεταξύ εθνικών συμφερόντων ή μια αρένα με πολλές θεματικές περιοχές, οι οπαδοί της μαρξιστικής θεωρίας συλλαμβάνουν την παγκόσμια πολιτική ως πεδίο στο οποίο διαδραματίζονται ταξικές συγκρούσεις. Όσο για την τάξη στην παγκόσμια πολιτική, οι Μαρξιστές την αντιλαμβάνονται κυρίως σε οικονομικό πλαίσιο, παρά στρατιωτικό.
Τέλος, ο κοινωνικός Κονστρουκτιβισμός υποστηρίζει ότι δημιουργούμε και ξαναδημιουργούμε τον κοινωνικό κόσμο και για το λόγο αυτό η ανθρώπινη δράση παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι υπαινίσσονται οι άλλες θεωρίες. Με άλλα λόγια, οι Κονστρουκτιβιστές πιστεύουν πως είναι ουσιαστικό λάθος να βλέπουμε την παγκόσμια πολιτική ως κάτι που δεν μπορούμε να αλλάξουμε.
Σκοπός του παρόντος άρθρου δεν είναι να κρίνει κάποιον. Ο καθένας άλλωστε πορεύεται με τις ιδέες του. Το πρόβλημα είναι ότι η μάζα που διαβάζει ή και ακούει όλους τους εκπροσώπους των παραπάνω τάσεων δεν έχει την παραμικρή ιδέα περί τίνος πρόκειται. Δηλαδή τι πραγματικά κάθε τάση εκπροσωπεί. Χειρότερο δε γίνεται το μπέρδεμα όταν εκείνος που ασκεί δημόσια λόγο δεν καταλαβαίνει τι πραγματικά γράφει και λέει, ποια τάση πραγματικά εκπροσωπεί. Και πιστέψτε με είναι πάρα πολλοί αυτοί. Αυτό δε σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον εντείνει και μεγεθύνει περαιτέρω την σύγχυση. Αν είναι δύσκολο Έλληνες να συνεννοηθούν μεταξύ τους, πόσο εύκολο θα είναι Ευρωπαίοι μεταξύ τους, ή ακόμα χειρότερα Ευρωπαίοι και Ασιάτες, χριστιανοί και μουσουλμάνοι κ.ο.κ., να το κάνουν αυτό!
Έτσι, καταλήγουμε στο χειρότερο σενάριο που θα μπορούσε να μας συμβεί. Αν θέλουμε, λοιπόν, να τη χαρακτηρίσουμε με μια λέξη, θα λέγαμε ότι η σημερινή κοινωνία, στις αντιπροσωπευτικές της εκδηλώσεις, είναι μηδενιστική. Ο κόσμος στις ημέρες μας προβάλει, στα μάτια των ανθρώπων, σαν ένα χάος ασυναρτησίας και παραλογισμού, όπου τίποτα δεν έχει νόημα, αιτία ή σκοπό και τίποτα δεν είναι δυνατό να δικαιωθεί από τίποτα, σαν ένα χάος όπου δεν μπορούν σε τίποτα να στηριχτούν οι άνθρωποι για να αξιολογήσουν την ύπαρξη τους. Η ζωή τους φαίνεται σαν μια παράλογη διαδοχή από τυχαία γεγονότα, προορισμένα να καταλήξουν στο μηδέν. Και σε ένα τέτοιο εγχώριο και διεθνές περιβάλλον πεδίο δόξης λαμπρόν βρίσκουν πάσης φύσεως λαϊκιστές και ψεύτες.
Ας πούμε όμως ότι δεν είναι πεδίο δόξης λαμπρόν λαϊκιστών και ψευτών. Ας πούμε ότι είναι μια μορφή εξέγερσης, το «μάνα μορφών, πηγή αληθινής ζωής, που μας κρατά πάντα όρθιους μέσα στο άμορφο και μανιασμένο ρεύμα της ιστορίας», κατά τον Αλμπέρ Καμύ στον επαναστατημένο του άνθρωπο. Ακόμα και εξέγερση να το θεωρήσουμε, λοιπόν, το σύγχρονο αυτό φαινόμενο, ένας πολιτισμός δεν είναι δυνατό να πορεύεται επ’ άπειρον με το μηδενισμό ως την κύρια πηγή των εμπνεύσεων του. Αυτό γίνεται μόνο στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Για να μπορέσουν να ζήσουν οι άνθρωποι ζωή υποφερτή, για να αποτελέσουν μια κοινωνία με υγεία έχουν ανάγκη από ένα γνώμονα του βίου, από κριτήρια σταθερά, από αξίες που να τις αποδέχονται αυθόρμητα, χωρίς εξωτερικές πιέσεις, δηλαδή που να τις πιστεύουν. Και για εμάς τους Έλληνες οι αξίες και τα κριτήρια είναι όλα αυτά που περιέγραψε ο Θεοτοκάς και παραθέσαμε παραπάνω. Εδώ που βρισκόμαστε όμως είναι πλέον εφικτό κάτι τέτοιο; Αν όχι, έχουμε πραγματικά αναρωτηθεί που πηγαίνουμε;